Τα χρώματα σε σκόνη δεν χρησιμοποιούνται μόνο στην αγιογραφία αλλά είναι η πρώτη ύλη σχεδόν για κάθε είδος χρώματος αναλόγως με τι συνδετικό μέσο θα αναδειχθούν. Πολλά από τα χρώματα που χρησιμοποιούμε σήμερα υπήρχαν και στην αρχαιότητα, άλλα πάλι παράχθηκαν πρώτη φορά πρόσφατα σχετικά κυρίως κατά τον 19ο και 20ο αιώνα.

Όσον αφορά την αγιογραφία σήμερα χρησιμοποιούμε αρκετά από αυτά που είχανε και στα βυζαντινά χρόνια ενώ άλλα έχουνε καταργηθεί και έχουν αντικατασταθεί με άλλες καλύτερες χρωστικές. Παρακάτω θα αναλύσουμε κάθε ένα εξ αυτών των χρωμάτων που σήμερα χρησιμοποιούνται στην αγιογραφία.


 

Ώχρα:

Η ώχρα είναι ένα γεώδες χρώμα συχνά κιτρινωπό, χρυσαφί. Αποτελεί οξείδιο του σιδήρου με προσθήκη άμμου και πηλού. Βρίσκεται αυτούσιο στη φύση όπου και εξάγεται. Το όνομά του προκύπτει από την από την κιτρινωπή του απόχρωση. Είναι από τα αρχαιότερα χρώματα που είναι γνωστά στον άνθρωπο και η χρήση του φτάνει στο 20.000 π.Χ. σε σπηλαιογραφίες. Χρησιμοποιούνταν καθόλη τη διάρκεια του μεσαίωνα και της αρχαιότητας στη ζωγραφική και δεν έπαψε να χρησιμοποιείται ως σήμερα. Είναι ένα από τα βασικότερα χρώματα της αγιογραφίας καθώς με αυτό φτιάχνονται τα χρώματα του δέρματος όπως τα σαρκώματα καθώς και διάφορα ενδύματα, βουνά κ.α. Είναι αναλλοίωτο, καλυπτικο και σταθερό στο χρόνο σχετικά ασφαλές και πολύ χρήσιμο. 


 

Σιένα ωμή:

Η ωμή Σιένα μοιάζει αρκετά με την ωχρά σε χρήσεις και στηναπόχρωση, είναι όμως πιο σκούρα, πιο θαμπή και λιγότερο καλυπτική. Επίσης πολύ αρχαίο χρώμα χρησιμοποιούνταν από την αρχαιότητα ως σήμερα στην αγιογραφία. Χρησιμοποιείται κυρίως σε προπλασμούς για τα σάρκινα μέρη αλλά και σε ενδύματα.

Πήρε το όνομα της από την ομώνυμη πόλη της Ιταλίας η οποία είχε μεγάλη παραγωγή κατά την αναγέννηση.


 

Σιένα ψημένη:

Όταν η Σιένα η ωμή ψηθεί στο φούρνο σε υψηλές θερμοκρασίες αποκτά ένα κοκκινωπό χρώμα πιο σκούρο και χωμάτινο το οποίο ονομάζεται Σιενα ψημένη. Eίναι εξαιρετικά χρήσιμο για τους αγιογράφους τόσο για γραψίματα, για προπλασμούς σε μαλλιά στο πρόσωπο και σε ρούχα.


 

Ομπρα

Το επόμενο γεώδες χρώμα που επίσης χρησιμοποιείται ευρέως και έχει βάση οξείδια του σιδήρου με μεγαλύτερη όμως προσθήκη μαγγανίου είναι η λεγόμενη Ομπρα. Ή όμπρα συναντάται στη φύση σε αποχρώσεις συνήθως σταχτί γκρι η πρασινωπές. Το όνομά της προέρχεται από τη λατινική λέξη umbra που σημαίνει σκιά και συνήθως εξάγεται στην Ανατολική Μεσόγειο όπως στη μικρά Ασία και την Κύπρο. Αρκετά δημοφιλές χρώμα το οποίο έγινε ευρέως γνωστό κατά το Μπαρόκ. Σήμερα χρησιμοποιείται λιγότερο από τους ζωγράφους καθώς έχουν υπερτερήσει νέα πιο ζωηρά χρώματα. Στην αγιογραφία χρησιμοποιείται κυρίως για προπλασμούς σε σάρκινα μέρη αλλά και σε προσμίξεις με άλλα χρώματα.

 

Όμπρα ψημένη

Όταν ψηθεί η όμπρα, όπως και η σιένα, σκουραίνει αρκετά και αποκτάει μία ακόμα πιο σκοτεινή απόχρωση η οποία είναι έντονα καφέ σκούρα και ονομάζεται όμπρα ψημένη. Στην σημερινή της μορφή χρησιμοποιείται πάρα πολύ για γραψίματα και σκούρους προπλασμούς στην αγιογραφία.


 

Χονδροκόκκινο

Τελευταίο γεώδες χρώμα που να ανήκει σε αυτή την κατηγορία είναι το χονδροκόκκινο στο εξωτερικό αποκαλείται απλώς κόκκινη ώχρα μιας και χημικά είναι περίπου παρόμοιο και χρησιμοποιείται στην αγιογραφία εκτενώς σε οποιοδήποτε χρώμα Κόκκινης αποχρώσεις που δεν είναι πολύ έντονο. Συχνά χρησιμοποιείται και για τους πυροβολισμούς του προσώπου δηλαδή το κοκκίνισμα όπως λέγεται μάγουλα. Αυτό είναι το αρχαιότερο ίσως χρησιμοποιούμενο χρώμα που ανακάλυψε ο άνθρωπος αφού η παλαιότερη χρήση του έχει βρεθεί σε κάτι οστά ηλικίας 350 χιλιάδων χρόνων στη Νότιο Αφρική.

 

Κιννάβαρις

Άλλο ένα χρώμα που χρησιμοποιείται από την αρχαιότητα έως και σήμερα και μάλιστα χωρίς διακοπή είναι η Κινάβαρη που αποκαλείται αλλιώς και βερμιγιόν. Είναι ένα χρώμα με πολύ έντονη απόχρωση, βαθιά πορτοκαλί που στο παρελθόν χρησιμοποιούνταν κυρίως για πυροδισμούς στο πρόσωπο

Είναι χρήσιμη μεν για κάποιες χρήσεις που απαιτείται ζωηρό κόκκινο αλλά την ίδια στιγμή έχει κάποιες αδυναμίες. Η βάση της είναι ο υδράργυρος με πρόσμιξη θείου. Εκ τούτου είναι πολύ δηλητηριώδης. Επίσης με τον καιρό τήνει να σκουραίνει, πάραυτα έχει διατηρήσει τη δημοφιλία της σε ένα βαθμό λόγω της μεγάλης της παράδοσης και της προσβασιμότητας της αφού στο παρελθόν δεν υπήρχαν πολλά έντονα κόκκινα χρώματα.

 

Ultramarine

Από τον ύστερο μεσαίωνα εισήχθηκε το μπλε ultramarine στην παλέτα των ζωγράφων. Είναι μία χρωστική που εξάγεται από το πέτρωμα Λαζουρίτη. Ultramarine σημαίνει πέρα από τη θάλασσα στα λατινικά και ονομάστηκε έτσι επειδή το εισήγαγε η Βενετία από το Αφγανιστάν στο οποίο υπάρχουν μέχρι και σήμερα μέταλλα εξόρυξης αυτού του πετρώματος. Η διαδικασία καθαρισμού του λαζουρίτη είναι χρονοβόρα και δύσκολη και για αυτό το χρώμα αυτό ήταν ακριβό όσο και ο χρυσός. Εν τούτοις στη νεότερη περίοδο κατάφεραν να το παραλάβουν από πολύ φθηνές πρώτες ύλες, γι’ αυτό το λόγο σήμερα χρησιμοποιείται ευρέως και είναι οικονομικό. Είναι ένα βαθύ μπλε με μία μικρή από απόκλιση προς το μωβ, συνήθως πολύ ζωηρό. Είναι σταθερό στο χρόνο καλυπτικό και βγαίνει σε κάποιες παραλλαγές είτε προς το μωβ είτε προς το γαλάζιο. Στην αγιογραφία είναι από τα πιο χρήσιμα χρώματα, ειδικά στην τοιχογραφία αφού βοηθάει στην δημιουργία χρωμάτων για τα φώτα και τα ρούχα. Θεωρείται μη τοξικό χρώμα και είναι σχετικά ασφαλές.

 

Μπλέ κοβαλτίου

Τα άλλα δύο μπλε χρώματα που χρησιμοποιούνται στην αγιογραφία είναι πρώτον.

Το κοβάλτιο είναι οξείδιο του μετάλλου του, του κοβαλτίου με προσθήκη αργιλίου. Είναι ένα βαθύ γαλάζιο μπλε χρώμα πολύ σταθερό στο χρόνο και πολύ όμορφο το οποίο άρχισε να χρησιμοποιείται στη ζωγραφική ευρέως τον 19ο αιώνα στη Γαλλία και το αξιοποίησαν πολύ λόγω της έντασης της χρωματικότητας του οι ιμπρεσιονιστές. Στην αγιογραφία έχει παρόμοιες χρήσεις με το ultramarine


 

Μπλε πρωσίας

Το μπλε Πρωσίας γνωστό και ως μπλε Βερολίνου είναι ένα χρώμα που χημικά είναι κρυσταλλική μορφή του σιδήρου. Ήταν επίσης και το πρώτο χρώμα που παράχθηκε βιομηχανικά στη νεότερη περίοδο περί το 1700. Ειδικά πριν την επικράτηση του συνθετικού ultramarine ήταν πάρα πολύ δημοφιλές. Έχει ένα σκούρο βαθύ γαλάζιο χρώμα. Στην αγιογραφία η χρήση του είναι κάπως περιορισμένη. Σε κάποιους αγιογράφος όμως αρέσει η ένταση του και το χρησιμοποιούν σε ενδύματα Αγίων. Είναι ασφαλές και σταθερό στο χρόνο


 

Χρώματα καδμίου

Μία σειρά χρωμάτων που επινοήθηκε κατά τον 19ο αιώνα και έγινε σταδιακά πάρα πολύ δημοφιλής και αντικατέστησε πολλά παρόμοια παλαιότερα χρώματα είναι τα χρώματα του καδμίου. Το κάδμιο με πρόσμιξη θείου παράγει ένα έντονο ζωηρό κίτρινο χρώμα. Το κίτρινο αυτό του καδμίου ήταν το πρώτο τέτοιο χρώμα που δημιουργήθηκε. Μετά με διάφορες άλλες προσθήκες δημιουργήθηκαν κι άλλες παραλλαγές κυρίως προς το κόκκινο και το πορτοκαλί. Ο λόγος που το κίτρινο και το κόκκινο του καδμίου σταδιακά έγιναν πάρα πολύ δημοφιλή και αντικατέστησαν π.χ. την κιννάβαρι σε ένα βαθμό είναι ότι είναι πιο στερεά στο χρόνο, λιγότερο δηλητηριώδη, πολύ καλυπτικά, εύχρηστα και έχουν πολύ ζωηρό και όμορφο χρώμα. Κατά καιρούς έχει παραχθεί και μία πιο πρασινωπή εκδοχή αλλά βασικά τα χρώματα του καδμίου είναι θερμά κίτρινα πορτοκαλί ή κόκκινα. Οι αγιογράφοι σήμερα τα χρησιμοποιούν σε πολλές διαφορετικές μορφές για να παράξουν θερμά χρώματα για ενδύματα αλλά και σάρκινα μέρη. Το μόνο αρνητικό τους είναι το ότι είναι τοξικά και θέλουν προσοχή κατά τη χρήση.

   
 

Πράσινο

Τα πράσινα που χρησιμοποιούν οι αγιογράφοι άλλες φορές παράγονται από ανάμειξη κάποιου μπλε και κίτρινου χρώματος αλλά σε αυτούσια χρωστική υπάρχουν το πράσινο του χρωμίου που είναι γνωστό ως πράσινο φρέσκο ή το πράσινο του τσιμέντου.Είναι ένα κρυσταλλικό οξείδιο του χρωμίου που χρησιμεύει για το τοπίο τη φύση στην αγιογραφία για τους προπλασμούς κλπ. Είναι σταθερό στον χρόνο και έχει μία ωραία ήπια απόχρωση, ωστόσο θέλει προσοχή κατά τη χρήση καθώς είναι τοξικό. Υπάρχει και το λεγόμενο σμαραγδί, το οποίο μοιάζει με το viridian. Είναι από όλα τα πράσινα το πιο ζωηρό δροσερό και έντονο σε χρώμα και χρησιμοποιείται όπως και το πρωσίας στα μπλε για να δώσει ένταση όταν υπάρξει ανάγκη. Κάποια αγιογράφοι αρέσκονται να φτιάχνουν με αυτό το ιμάτιο του Χριστού.


 

Λευκό τιτανίου

Το πιο ευρέως χρησιμοποιούμενο λευκό χρώμα είναι το λευκό τιτανίου. Είναι ένα διοξείδιο του τιτανίου το οποίο είναι ασφαλές, πολύ καλυπτικό, πολυ λευκό, φωτεινό, και παραμένει αναλλοίωτο στο χρόνο. Είναι σχετικά καινούργιο χρώμα αφού παράχθηκε μόλις τη δεκαετία του 1910. Αντικατέστησε όμως σε μεγάλο βαθμό τα προηγούμενα.